18 C
Larissa
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΕΙΔΗΣΕΙΣΗ Ελλάδα “προβλέψιμη” στην εξωτερική της πολιτική με την...

Η Ελλάδα “προβλέψιμη” στην εξωτερική της πολιτική με την Τουρκία διαρκώς να ελίσσεται

Γράφει ο  Παρασκευάς-Μάριος Τουρτούνης

Κατά τις αρχές του έτους 1909, ο Αυστριακός στρατιωτικός Conrad von Hötzendorff, ως αρχηγός τότε του Γενικού Επιτελείου Στρατού της Αυστροουγγαρίας, είχε σχεδόν καταφέρει να διαμορφώσει, στους στρατηγικούς του σχεδιασμούς, ένα πλάνο σχετικά με το ποιές χώρες θα συμμαχούσαν με ποιές σε έναν επικείμενο γενικευμένο πόλεμο που θα ξεσπούσε στην περιοχή της Ευρώπης.



Όμως, ο εν λόγω Αυστριακός στρατιωτικός δεν μπορούσε να συμπεριλάβει στους στρατηγικούς του σχεδιασμούς κάποιες χώρες, οι οποίες, όπως τις είχε χαρακτηρίσει, ήταν «απρόβλεπτες».Δύο από αυτές τις χώρες που, κατά την άποψη του Hötzendorff, ήταν απρόβλεπτες ως προς την εξωτερική τους πολιτική, ήταν η Ελλάδα και η Τουρκία (τότε Οθωμανική αυτοκρατορία), δύο γειτονικές χώρες που βρίσκονται στις παρυφές της περιοχής των Βαλκανίων.

Η Ελλάδα και η Τουρκία, εκείνη την περίοδο, δεν μπορούσαν να προβλεφθούν τόσο εύκολα όσον αφορά στις επιλογές που θα έκαναν στην εξωτερική τους πολιτική, διότι οι κυβερνήσεις των δύο αυτών εθνικών κρατών επρόκειτο να λάβουν πολλούς παράγοντες υπ’ όψιν τους, προκειμένου να επιλέξουν με ποιό στρατόπεδο θα ταχθούν σε έναν πόλεμο. Και πράγματι, μπορούμε να πούμε ότι και η Ελλάδα και η Τουρκία, στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο που ξέσπασε το 1914, έδειξαν εξίσου κάποια σχετική δυσκολία στο να επιλέξουν τελικά με ποιό στρατόπεδο θα καταταχθούν.

Πιο συγκεκριμένα, η Οθωμανική αυτοκρατορία επέλεξε τελικά να συμμετάσχει στον πόλεμο, τον Οκτώβριο του 1914, στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων (Γερμανία, Αυστροουγγαρία), παρά το γεγονός ότι αρκετοί πολιτικοί της χώρας έδειχναν κάποια τάση βρετανοφιλίας (δηλ. υποστήριξης της Βρετανίας, η οποία ανήκε στο αντίπαλο στρατόπεδο, εκείνο της Αντάντ). Το ίδιο και η Ελλάδα, η οποία από μια αρχική τήρηση γερμανόφιλης ουδετερότητας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (λόγω πρωτοβουλίας του βασιλιά της Ελλάδος Κωνσταντίνου Α’), έπειτα, με πρωτοβουλία του Έλληνα πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου, η χώρα «ξεγλίστρησε» το 1917 σε συμμετοχή στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ (Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία).

Σήμερα, εν έτει 2021, έναν αιώνα και πλέον μετά τα προαναφερθέντα, τα πράγματα έχουν αλλάξει σε πάρα πολλούς τομείς (εδάφη κρατών, πολιτεύματα, τεχνολογία, επιστήμες, κοινωνία, οικονομία κλπ.). Όσον αφορά στην εξωτερική πολιτική των δύο γειτόνων στις παρυφές της περιοχής των Βαλκανίων, δηλαδή της Ελλάδας και της Τουρκίας, μπορούμε να πούμε ότι η φυσιογνωμία της σύγχρονης ελληνικής εξωτερικής πολιτικής έχει γίνει περισσότερο προβλέψιμη, ενώ η σύγχρονη τουρκική εξωτερική πολιτική διατηρεί κάποια στοιχεία από τον απρόβλεπτο χαρακτήρα του παρελθόντος.

Πιο συγκεκριμένα, η σύγχρονη Ελλάδα, μια χώρα που ανήκει στην «ευρωπαϊκή οικογένεια», δηλ. στον θεσμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει καταστεί μια αρκετά προβλέψιμη χώρα όσον αφορά στην εξωτερική της πολιτική. Η σύγχρονη Ελλάδα, μια αρκετά ισχυρή δύναμη της Ανατολικής Μεσογείου, έχει σταθερό προσανατολισμό προς την ειρηνική επίλυση των διαφορών με οποιαδήποτε άλλη χώρα.

Η σύγχρονη Ελλάδα λειτουργεί ως φορέας των σύγχρονων ευρωπαϊκών αξιών, που προωθεί την διαφύλαξη της σύγχρονης καθεστηκυίας τάξης πάντα με ειρηνικό τρόπο.

Αντιθέτως, η σύγχρονη Τουρκία, μια άλλη αρκετά ισχυρή δύναμη της Ανατολικής Μεσογείου, ασκεί μια σχεδόν απρόβλεπτη εξωτερική πολιτική. Για παράδειγμα, όσον αφορά στις σχέσεις της με την Ελλάδα, την μία εμφανίζεται να προσέρχεται σε διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα, και την άλλη εμφανίζεται να συνάπτει συμφωνίες με τρίτα μέρη (π.χ. τουρκολιβυκό μνημόνιο του 2019) που δείχνουν να αμφισβητούν ελληνικά δικαιώματα σε συγκεκριμένους θαλάσσιους χώρους.

Επίσης, η σύγχρονη τουρκική εξωτερική πολιτική δείχνει να αμφιταλαντεύεται και σε επίπεδο υπερδυνάμεων, καθώς η Τουρκία θέλει να είναι στρατιωτικός σύμμαχος ταυτόχρονα και με τις ΗΠΑ και με την Ρωσία, πράγμα που απέδειξε έμπρακτα με την πρόσφατη κίνησή της να αγοράσει, αν και μέλος του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ), ένα πυραυλικό σύστημα ρωσικής κατασκευής (S-400).

Εν τέλει, σαφέστατα μπορούμε να πούμε ότι η σύγχρονη καθεστηκυία τάξη δεν είναι η ιδανικότερη, καθώς υπάρχουν διάφορες διακρατικές διαφορές που εκκρεμούν, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας και της Τουρκίας, καθώς και διαφορές σε επίπεδο υπερδυνάμεων, όπως στην περίπτωση των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Βέβαια, η σύγχρονη καθεστηκυία τάξη απαιτεί από όλα τα κράτη να είναι περισσότερο ειλικρινή και προβλέψιμα όσον αφορά στην άσκηση της εξωτερικής τους πολιτικής, και να επιζητούν πάντα την ειρηνική επίλυση των διαφορών τους. Σε κάθε περίπτωση, οι απρόβλεπτες και ξαφνικές κινήσεις στην εξωτερική πολιτική των κρατών (όπως κάποιες πρόσφατες κινήσεις της Τουρκίας) θα πρέπει να αποφεύγονται, διότι με τον τρόπο αυτό διαταράσσεται η ισορροπία που διέπει την σύγχρονη καθεστηκυία τάξη, η οποία προβλέπει πληθώρα ειρηνικών λύσεων για την επίλυση διακρατικών διαφορών, όπως οι διμερείς διαπραγματεύσεις, οι διαπραγματεύσεις με την μεσολάβηση τρίτων χωρών, καθώς και η προσφυγή σε διεθνή δικαστήρια.              

ΠΗΓΗ: www.militaire.gr

google-news-logo

Ακολουθήστε το larisanew.gr στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι όλες τις τελευταίες ειδήσεις.

Τελευταία Νέα

Σχετικά Άρθρα