13.9 C
Larissa
Τρίτη, 16 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΕΙΔΗΣΕΙΣΑΠΟ ΕΛΛΑΔΑ«Η Τέχνη αψηφά την Ιστορία για να της δώσει...

«Η Τέχνη αψηφά την Ιστορία για να της δώσει ζωή»

Μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του Βιτόριο που πέθανε το 2018 σε ηλικία 88 χρόνων, ο Πάολο Ταβιάνι που στις 8 Νοεμβρίου γίνεται 92, έχει δημιουργήσει αξέχαστες ταινίες του ιταλικού σινεμά Τέχνης των τελευταίων 60 χρόνων. Από πού να ξεκινήσεις και πού να τελειώσεις για τα δύο φτωχά αδέλφια από την Τοσκάνη που κατάφεραν να κατακτήσουν τον κόσμο του σινεμά με ταινίες όπως «Κάτω από τον αστερισμό του Σκορπιού», «Πατέρας αφέντης» (Χρυσός Φοίνικας, Φεστιβάλ Καννών), «Η νύχτα του Σαν Λορέντζο», «Χάος», «Φιορίλε» και «Ο Καίσαρας πρέπει να πεθάνει» (Χρυσή Αρκτος, Φεστιβάλ Βερολίνου);

Στην τελευταία ταινία του, «Λεονόρα αντίο», γυρισμένη χωρίς τη φυσική παρουσία του Βιτόριο Ταβιάνι αλλά με το πνεύμα του, ο Πάολο Ταβιάνι αφηγείται τις εκπληκτικές περιπέτειες σχετικές με την ταφή του Λουίτζι Πιραντέλο. Γυρισμένη εν μέσω Covid-19 η «Λεονόρα αντίο» που θα παιχτεί στο πλαίσιο του φεστιβάλ Cinema made in Italy/Athens (21 – 27 Oκτωβρίου), στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος και αργότερα θα διανεμηθεί στις αίθουσες από τη Weirdwave, φέρει ως τίτλο ένα διήγημα του νομπελίστα ιταλού συγγραφέα, του οποίου όμως η ιστορία ξεφεύγει από το σώμα της ταινίας. Μέσω της Τσινετσιτά αλλά και με τη σημαντική βοήθεια της μεταφράστριας Κάρλα Σκούρα, τα «ΝΕΑ», την περασμένη Κυριακή 15 Οκτωβρίου, είχαν την ευκαιρία να μιλήσουν τηλεφωνικώς με τον Ταβιάνι στο σπίτι του, για μια περίπου ώρα.



Πώς θα συνοψίζατε τη δουλειά σας στη «Λεονόρα αντίο» που είναι η τελευταία μέχρι σήμερα ταινία σας, η οποία μάλιστα γυρίστηκε εν μέσω Covid-19;

Η δημιουργία της ταινίας «Λεονόρα αντίο» είναι μια μεγάλη ιστορία. Οταν γυρίζαμε το κομμάτι της Σικελίας, ξέσπασε η πανδημία του Covid-19. Δεν μπορώ να σας περιγράψω τι επικράτησε εκείνες τις μέρες στο σετ. Πανικόβλητοι άνθρωποι να τρέχουν από δω κι από κει αναζητώντας να βρουν τρόπους για να γυρίσουν στη Ρώμη. Κάποιοι έκλαιγαν απελπισμένοι, τρομαγμένοι με την ιδέα ότι θα αποκλείονταν στη Σικελία. Εγώ παρέμεινα ψύχραιμος, περίμενα λιγάκι και τελικά έφυγα με την ησυχία μου. Επιστρέφοντας βέβαια στη Ρώμη, δεν είχα τι να κάνω. Οπότε καταπιάστηκα με την ίδια την ταινία και με τα όσα είχαμε ως τότε γυρίσει. Αρχισα να αφαιρώ πολλά πράγματα και θα έλεγα ότι κατά κάποιο τρόπο τη βελτίωσα. Ωστόσο, κάποια στιγμή κατάλαβα ότι μέσω αυτής της επεξεργασίας, το ίδιο το κομμάτι της ταινίας που αφορούσε το διήγημα του Πιραντέλο, είχε αφαιρεθεί. Ανησύχησα. Σκέφτηκα μάλιστα να αλλάξουμε τον τίτλο, όμως οι παραγωγοί δεν συμφώνησαν διότι η ταινία είχε ήδη παρουσιαστεί με αυτόν τον τίτλο, «Λεονόρα αντίο» και έτσι έπρεπε να παραμείνει. Οπότε αυτό είναι ένα ενδιαφέρον στοιχείο της. Η «Λεονόρα αντίο» του Πιραντέλο υπάρχει στον τίτλο της ταινίας αλλά όχι στην… ίδια την ταινία!

Είναι λοιπόν ασφαλές να υποθέσουμε ότι η περίοδος του Covid-19 υπήρξε και δημιουργική για εσάς;

Ως ένα βαθμό όντως ήταν, στο πλαίσιο μιας πανδημίας βέβαια, κάτι που ουδείς δεν θέλει. Το lockdown ήταν η αιτία της δημιουργίας, όχι ο Covid. Θυμάμαι ότι εκείνη την περίοδο, έβγαινα στη βεράντα μου και περπατούσα. Και ξαφνικά έβλεπα κι άλλο κόσμο να κάνει το ίδιο με μένα. Ηταν όμορφο να βλέπεις όλους αυτούς τους ανθρώπους να κάνουν βόλτες στις βεράντες τους όπως εσύ. Θύμιζε τελετουργία.

Η «Λεονόρα αντίο» είναι μια ταινία που δείχνει να «παλεύει» με τη μνήμη και την Ιστορία με έναν βαθιά προσωπικό τρόπο. Με ποιον τρόπο πιστεύετε ότι αυτά τα δύο στοιχεία, η Ιστορία και η μνήμη, είναι απαραίτητα στη ζωή μας;

Οι ρίζες για την απάντηση αυτής της ερώτησης βρίσκονται από πολύ παλιά στη ζωή μου και πιο συγκεκριμένα στην ταινία ενός πολύ σπουδαίου σκηνοθέτη του σινεμά, του Καρλ Ντράγιερ. Ημασταν πολύ νέοι ο Βιτόριο κι εγώ και είχαμε πάει να δούμε τα «Πάθη της Ζαν Ντ’ Αρκ» (1928). Αγαπήσαμε αμέσως την ταινία του Ντράγιερ και οφείλω να πω ότι αργότερα, παρακολουθώντας άλλες εκδοχές του ιδίου θέματος απογοητευθήκαμε που καμιά ταινία δεν πλησίαζε καθόλου το πνεύμα εκείνης του Ντράγιερ. Το ενδιαφέρον όμως εδώ, είναι ότι η εκδοχή του Ντράγιερ παραποιεί πλήρως την πραγματική ιστορία της Ζαν Ντ’ Αρκ. Πιστεύω ότι όταν κάνεις κινηματογράφο είναι απαραίτητο να  παραποιείς την Ιστορία για το συναίσθημα. Γιατί τελικά ποια αλήθεια θα βρεις στις άλλες ταινίες για τη Ζαν Ντ’ Αρκ που δεν έχουν παραποιήσει την ιστορία της; Οταν κάνεις σινεμά η αλήθεια είναι στο σινεμά!

Βιώσατε ποτέ κάτι παρόμοιο με μια δική σας ταινία;

Βεβαίως, με το «Αλονζανφάν» (σ.σ. η παραγωγής 1974 ταινία, τοποθετείται στην Ιταλία μετά την περίοδο του Ναπολέοντα αλλά πριν απ’ την επανάσταση του Γκαριμπάλντι και παρακολουθεί την πορεία ενός αριστοκράτη – Μαρτσέλο Μαστρογιάνι – που έχοντας μόλις αποφυλακιστεί δείχνει διχασμένος για το τι θα κάνει στη ζωή του). Την εποχή αυτής της ταινίας το πολιτικό σινεμά είχε μεγάλη πέραση και έτσι το «Αλονζανφάν» είχε σημειώσει επιτυχία. Γίνονταν προβολές σε σχολεία κ.λπ. Θυμάμαι ότι σε μια προβολή, ένας καθηγητής λυκείου είχε σηκωθεί έξαλλος και διαμαρτυρόταν ότι η ταινία παραποιεί την Ιστορία διότι παρουσιάζει τους ανθρώπους να φορούν κόκκινες στολές σε μια εποχή που ο Γκαριμπάλντι θα πρέπει να ήταν έξι – επτά ετών. Μας κατηγόρησε ότι χρησιμοποιήσαμε την Ιστορία χωρίς την ιστορική αλήθεια και ότι θα απαγορέψει στους μαθητές του να δουν την ταινία. Εμείς δεν μιλήσαμε, όμως κάποιος άλλος στην αίθουσα σηκώθηκε και αναρωτήθηκε πόσο κοντά στην αλήθεια ήταν ο ρεαλισμός των βιβλίων του Καρόλου Ντίκενς. Η Τέχνη αψηφά την Ιστορία για να της δώσει ζωή.

Η απουσία του αδελφού σας Βιτόριο στα γυρίσματα μιας ταινίας σας θα πρέπει να είναι πολύ οδυνηρή αφού μαζί γυρίσατε τόσες και τόσες σπουδαίες ταινίες. Αν όντως είναι πώς τη διαχειρίζεστε;

Την πρώτη μέρα του γυρίσματος της ταινίας «Λεονόρα αντίο», όλα πήγαν θαυμάσια. Το ίδιο συνέβη τη δεύτερη και την τρίτη μέρα, όλες τις μέρες των γυρισμάτων. Μετά μεσολάβησε το lockdown λόγω Covid και διακόψαμε. Επανήλθαμε αργότερα και πάλι όλα πήγαν αρμονικά, πάντα βέβαια μέσα στην ατμόσφαιρα της γενικότερης ανησυχίας που προκαλούσε η πανδημία. Στο τέλος των γυρισμάτων όμως, ένας από τους βοηθούς μου με πλησίασε και μου είπε ότι κάθε φορά που τελείωνε το γύρισμα μιας σκηνής, έστρεφα το κεφάλι μου προς τα δεξιά σαν να ζητούσα από κάπου επιβεβαίωση ενώ δεν υπήρχε κανείς. Ναι, ήταν σαν να βρισκόμουν διαρκώς σε συνεννόηση με τον αδελφό μου, λες και ο Βιτόριο στεκόταν στο πλάι μου. Ηταν παρών, σαν να μην έφυγε ποτέ!

Πώς περίπου θα περιγράφατε τη συνεργασία σας με τον Βιτόριο όλα αυτά τα χρόνια που ήσασταν μαζί;

Ηταν δημοκρατική από την αρχή ως το τέλος. Οταν γυρίζαμε τη «Μια προσωπική ιστορία» (2017), την τελευταία ταινία στην οποία συνεργαστήκαμε πριν ο Βιτόριο πεθάνει, ο αδελφός μου νοσηλευόταν. Χάρη στην εξέλιξη της τεχνολογίας, είχε τη δυνατότητα να παρακολουθεί τις σκηνές μας και να κάνει τις παρατηρήσεις του χωρίς να βρίσκεται στο σετ. Οταν ήμασταν μαζί στα σετ όλα αυτά τα χρόνια που δουλεύαμε, είχαμε ένα πολύ δημοκρατικό σύστημα. Κάθε μέρα, στο πρωινό μας σε όποιο ξενοδοχείο βρισκόμασταν, σχεδιάζαμε το πλάνο της ημέρας και ποιος θα γύριζε τι. Συνήθως μοιράζαμε τις σκηνές στη μέση. Αν ήταν δέκα οι σκηνές έπαιρνε ο καθένας από πέντε. Αν όμως ήταν έντεκα τότε παίζαμε κορώνα γράμματα για το ποιος θα γυρίσει αυτή τη μία.

Θα θέλατε να μοιραστείτε την πιο έντονη ανάμνηση του Βιτόριο που είχατε σε γύρισμα;

Γυρίζαμε τη «Νύχτα του Σαν Λορέντζο» στην Τοσκάνη, μια πολύ αγαπημένη μας ταινία και ήταν η ημέρα του γυρίσματος μιας σκηνής στην οποία Ελληνες κυριαρχούν στη φαντασία μιας κοπέλας. Εδώ να πω ότι ανέκαθεν τρέφαμε μια ιδιαίτερη αγάπη προς του Ελληνες και νιώθω ιδιαίτερη τιμή που από μερικά χρόνια το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ανακήρυξε εμένα και τον Βιτόριο επίτιμους διδάκτορες του Τμήματος Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του. Ηταν λοιπόν μια ηλιόλουστη μέρα της Τοσκάνης, οι ηθοποιοί μας ήταν ντυμένοι με ελληνικές φορεσιές που ξεχώριζαν στο καθαρό τοπίο με τις καλαμποκιές. Το συνεργείο βρισκόταν σε ετοιμότητα και κάποια στιγμή φτάσαμε, ο Βιτόριο κι εγώ, με το αυτοκίνητο. Κάναμε τους ελέγχους και πραγματικά νιώθαμε ότι βρισκόμασταν στην Αρχαία Ελλάδα, τέτοια ήταν η ομορφιά εκείνης της στιγμής· εξάλλου η πορεία των δύο λαών είναι κοινή, το πολιτιστικό υπόβαθρό τους, οι πολιτισμικές εμπειρίες. Και θυμάμαι ότι κάποια στιγμή γύρισα προς τον Βιτόριο και τον είδα στ’ αλήθεια να βουρκώνει. Είχε πραγματικά συγκινηθεί…

Εργάζεστε πάνω σε κάτι καινούργιο σήμερα;

Δεν ξέρω ακόμα… Βρίσκομαι ακόμα στην αρχή της διαδικασίας…

Κλείνοντας θα ήθελα να σας ρωτήσω ποιο είναι το πρώτο πράγμα που σκέφτεστε όταν ξυπνάτε κάθε πρωί;

Οτι πρέπει να βγάλω τον σκύλο μου βόλτα.

Ποιο είναι το όνομά του;

Είναι Γκάλγκο Εσπανιόλ και τον λένε Πιπ. Οπως τον ήρωα στις «Μεγάλες Προσδοκίες» του Ντίκενς…

Ακολουθήστε το in.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο in.gr

Πηγη: in.gr

google-news-logo

Ακολουθήστε το larisanew.gr στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι όλες τις τελευταίες ειδήσεις.

Τελευταία Νέα

Σχετικά Άρθρα